BIG col-1
|
Order of the Lily and the Eagle
ΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΚΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΕΤΟΥ
δεύτερο μέρος
ΙΣΤΟΠΙΚΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ - δεύτερο μέρος
Άπα αφήγηση του Δώρου.
σελίδες 91 έως 100
|
|
ORDER OF THE LILY AND THE EAGLE
part two
HISTORY OF THE SPIRITUAL FAMILY - part two
As narrated by Doros.
pages 91 to 100
|
ΠΗΕΡΤΕΧΟΜΕΝΑ
1. Ο άγνωστος Σοφός :
Εμφάνιση του διδασκάλου. Γνωριμία με το Κωνσταντίνο και τον Δημήτριο.
2. Ο πλούσιος έμπορος Κωνσταντίνος : Σχέση του Κωνσταντίνου με την γυναίκα του.
3. Ο νεαρός Δημήτριος με το Διδάσκαλο : Οράματα προηγούμενων ενσαρκώσεων.
3. Ο Κωνσταντίνος και ο Δημήτριος : Αποφυλάκιση Κωνσταντίνου.
4. Ο Κωνσταντίνος με τον Διδάσκαλο : Ο θάνατος της γυναίκας του Κωνσταντίνου
5. Ο Γιώργος και ο Γιάννης : Συνάντηση του Διδασκάλου και της Μαρίας με τους Δημήτριο Kωσταντίνο.
Γιώργο και Γιάννη.
6. Ή αποκάλυψη του Διδασκάλου : Διδασκαλία του διδασκάλου περί Ανθρώπου.
Μύθος της Δημιουργίας : Προορισμός του Ανθρώπου.
7. Ο Νικόλας και ο Τζίμης. Ή αφύπνιση της Δώρας και των 6 τέκνων της.
Σφράγισμα των 6 Γιγάντων από τον Άρχοντα.
8. Ή δοκιμασία του Κωνσταντίνου.
9. Το Δώμα της Ζώης : Το Βιβλίο: της
ζωής. Το αλχημικό εργαστήριο του Δώρου.
10. Ο γάμος και ο θάνατός της γυναίκας του Δημήτρη.
11. Δοκιμασία του Δημήτρη : O Δημήτρης
ξαναβρίσκει την γυναίκα του.
|
|
CONTENTS
1: The unknown Sage : Appearance of the Master. Meeting of
Constantinos and Dimitri.
2: Constantinos the rich merchant: Constantinos' relationship
with his wife.
3: The young Dimitri with the Master: Visions of previous
incarnations.
3: Constantinos and Dimitri: The release of Constantinos.
4: Constantinos with the Master: The death of Constantinos' wife.
5: George and John: Meeting of the Master and Maria with
Dimitri, Constantinos, George and John.
6: The revelation of the Master: The Master's teaching on
Humanity. Creation myth. Destiny of Humanity.
7: Nicholas and Jimmy. The awakening of Dora and her 6
children: Sealing of the 6 Giants by the Lord.
8: The ordeal of Constantinos.
9: The
Chamber[a] of Life: The
Book of Life. The alchemical laboratory of Doros.
10: The marriage and death of Dimitri's wife.
11: The ordeal of Dimitri: Dimitri finds his wife again.
|
[a] ‘Δώμα’ – room, apartment, roof terrace
|
ΔΕΎΤΕΡΗ ΠΕΡΤΟΔΟΣ
12. Ο αρχηγός του Ισραήλ και ο Καδούρ.
13. Η'πάλη του
Κωσταντινάτου με νάνο του Καδούρ. Ή αποστολή των 6 Γιγάντων.
14. Δοκιμασία του Τζίμη.
15. Το έργο και η πάλη του Νικόλα.
16. Η δύναμη της αγάπης του
Τζίμη και η μετάνοια του ληστή νάνου.
17. Συζήτηση του
Άρχοντα με τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο; Περιγραφή του
Δώρου και των απεσταλμένων
Του. Λόγια του Αρνιού (Ιησούς). Λόγια του
Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου.
17. Ο Πέτρος (Μιμητής). Ή Αποστόλη των
Γιγάντων. Τα Ί0 άρθρα Πίστεως.
Επίκληση της Δώρας. Σφράγισμα του
Πέτρου από τον Άρχοντα. Αφύπνιση.
του Πέτρου και η συνάντηση του
με τους υπόλοιπους.
18. Έναρξη αποστολής των Γιγάντων.
Εξομολόγηση Ευχέλαιο στο προφ. Ηλία.
Εξωτερίκευση των Γεννητόρων
για βοήθεια στα Τέκνα Τους.
19. Δοκιμασία Πέτρου και ο
κίνδυνος της Δώρας. Ο Άρχοντας δίνει το Ρόδο στους δυο Γίγαντες.
20. Αφύπνιση της Δώρας από το λήθαργο.
Μετάνοια ενός νάνου του Καδούρ.
21. Η Δώρα σώζει το Δημήτριο.
Τέλος της Αποστολής. Η θυσία.
|
|
CONTENT PART TWO
12: The leader of Israel and Kadour.
13: The struggle of Constantinos with the dwarf of Kadour.
The mission of the 6 giants.
14: The ordeal of Jimmy.
15: The work and struggle of Nicholas.
16: The strength of Jimmy's love and the repentance of the
robber dwarf.
17: The Lord's conversation with the emperor Constantinos.
Description of Doros and His envoys. The sayings of the Lamb (Jesus). The
sayings of Constantinos the Palaiologos.
17: Peter (Mimitis). The Mission of the Giants. The 10
Articles of Faith. Invocation of Dea. Sealing of Peter by the Lord. Peter's
awakening and his meeting with the others.
18: The start of the Giants' mission. Confession extreme
unction[b]
at prophet Elijah. The exteriorisation of the Generators to help their
children.
19: Peter's ordeal and the danger
to[c] Dora. The Lord gives
the Rose to two Giants.
20: The awakening of Dora from slumber. Repentance of a
dwarf of Kadour.
21: Dora saves Dimitri. The End of the mission. The
sacrifice.
|
[b] EE:
‘Ευχέλαιο’ – extreme unction – ‘a sacrament in which a priest anoints
and prays for the recovery and salvation of a critically ill or injured person’.
[c]
EE: ‘κίνδυνος’ – danger, risk, hazard, jeopardy.
|
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ευχαριστώ θερμά όσους βοήθησαν στη μετάφραση αυτού του κειμένου
από το πρωτότυπο της Καθαρεύουσας στα ελληνικά στα αγγλικά. Όπου είναι
δυνατόν, έχουμε προσθέσει υποσημειώσεις στο αγγλικό κείμενο προκειμένου
ναπαρέχουμε πρόσθετο πλαίσιο για όσους διαβάζουν αυτήν την αφήγηση. Θα
ενθαρρύνουμε όλους τους αναγνώστες να κάνουν τη δική τους έρευνα στα διάφορα
στοιχεία που καλύπτονται από αυτό το κείμενο.
Το πρώτο μέρος αυτού του κειμένου αφορά τη συγκέντρωση
και τη συλλογή των διαφόρων μελών της πνευματικής οικογένειας και τη διδασκαλία και
προετοιμασία αυτών των ατόμων για τις αποστολές τους. Αυτή η δραστηριότητα
επικεντρώνεται μέσα και γύρω από την Αθήνα, ενώ το δεύτερο μέρος της αφήγησης αφορά
τις δραστηριότητες εκείνων των αποστολών που αναλαμβάνουν άτομα σε διάφορα
μέρη της Ελλάδας, την Ο θωμανική Αυτοκρατορία, τη Μασσαλία Γαλλία, το Βουκουρέστι
και μια περιοχή υπό τη ρωσική δικαιοδοσία.
(Το 1822, η Ελλάδα ανεξαρτητοποιήθηκε από
την Οθωμανική Αυτοκρατορία και το 1832 ιδρύθηκε το Βασίλειο της Ελλάδος.)
Με βάση την αφήγηση και τις αναφορές στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία, μπορούμε να χρονολογήσουμε αυτήν την ιστορία πριν από το 1922, που
αντιστοιχεί στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Της διάλυσης προηγήθηκε η
«Επανάσταση των Νεότουρκων» που σημειώθηκε τον Ιούλιο του 1908 που αποκατέστησε
το οθωμανικό σύνταγμα του 1876 και έφερε την πολυκομματική πολιτική με ένα
εκλογικό σύστημα δύο σταδίων με οθωμανικό κοινοβούλιο. Επιπλέον, δεν υπάρχει
καμία αναφορά στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο σε αυτή την αφήγηση, επομένως μπορούμε
να πούμε με ασφάλεια ότι τα γεγονότα είναι σίγουρα προγενέστερα του 1914.
|
|
INTRODUCTION
Many thanks are extended to those who helped in
translating this text from the original Katharevousa Greek to English. Wherever
possible, we have added footnotes to the English text in order to provide
additional context for those reading this narrative. We would encourage all
readers to make their own research into the various elements that are covered
by this text.
The first part of this text concerns the gathering
and collecting of the various members of the spiritual family and the teaching
and preparation of those individuals for their missions. This activity is
centred in and around Athens, while the second part of the narrative concerns
the activities of the missions undertaken by individuals in various parts of
Greece, the Ottoman empire, Marseilles France, Bucharest
[1], and an area under Russian jurisdiction.
(In 1822, Greece became independent from the Ottoman
Empire and in 1832, the Kingdom Greece was founded.)
Based on the narrative and references to the
Ottoman Empire, we can time this story prior to 1922, which corresponds to the
dissolution of the Ottoman empire. This dissolution was preceded by the 'Young
Turk Revolution' which occurred in July 1908 that restored the Ottoman
constitution of 1876 and brought in multi-party politics with a two-stage
electoral system with an Ottoman parliament. Additionally, there is no
reference to the first world war in this narrative, so we can safely say that
events are certainly prior to 1914.
|
Επιπλέον, γνωρίζουμε ότι το «Ζάππειο» στην Αθήνα,
πουβρίσκεται δίπλα στον Εθνικό Κήπο στο κέντρο της Αθήνας, εγκαινιάστηκε
τον Οκτώβριο του 1888. Ομοίως, έχουμε σημείο αναφοράς για τον Ιλισό ποταμό που
διασχίζει την Αθήνα, το οποίο το 1900, ήταν ακόμη ως επί το πλείστον
ακάλυπτη. Λόγω μιας τεράστιας αστικής επέκτασης μετά το 1900, ο ποταμός καλύφθηκε
πλήρως μέχρι το το 1948.
Αξίζει να κάνουμε μια σύντομη ιστορία της πόλης της
Κωνσταντινούπολης, που σήμερα ονομάζεται Κωνσταντινούπολη. Πριν από το 330 μ.Χ.,
η πόλη ήταν γνωστή ως Βυζάντιο και όταν το δυτικό και το ανατολικό
τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ενώθηκαν ξανά, η αρχαία πόλη του Βυζαντίου
επιλέχθηκε για να χρησιμεύσει ως η νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Μετονομάστηκε σε Nova Roma, ή «Νέα Ρώμη» από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Μέγα. Στις 11 Μαΐου
330 μετονομάστηκε σε Κωνσταντινούπολη και αφιερώθηκε
στον Κωνσταντίνο.
Τελικά, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από τους Ο θωμανούς
Τούρκους και καταλήφθηκε στις 29 Μαΐου 1453, μετά την κορύφωση μιας πολιορκίας 53 ημερών που
ξεκίνησε στις 6 Απριλίου. Η πόλη διατήρησε το όνομά της ως Κωνσταντινιγιέ μέχρι το 1930,
όταν μετονομάστηκε σε Istanbul μετά τον σχηματισμό της Δημοκρατίας της Τουρκίας.
(Η Κωνσταντινούπολη προέρχεται από την ελληνική φράση «Στην Πόλι» που
σημαίνει «στην πόλη». Ήταν η απάντηση στην ερώτηση «πού πας;»)
Η σημασία αυτής της πόλης οφείλεται, εν μέρει, στη
στρατηγική γεωγραφική της θέση στον Βόσπορο που συνδέει τη Μαύρη Θάλασσα και τη
Μεσόγειο. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η Ρωσία, ανά τους αιώνες, είχε σχέδια
στο Kostantiniyye για να εξασφαλίσει
πρόσβαση στο ναυτικό της στο μοναδικό της ναυτικό λιμάνι με θερμά βαθιά νερά. Από
το 1453, η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η πόλη δέχθηκε διάφορες εξωτερικές και
εσωτερικές επιθέσεις, αλλά καμία δεν κατάφερε να πολιορκήσει την Κωσταντινιγιέ
ούτε, μάλιστα, να καταλάβει την πόλη. Τούτου λεχθέντος, από τις 13 Νοεμβρίου
1918 έως τις 6 Οκτωβρίου 1923, η πόλη καταλήφθηκε από βρετανικά, γαλλικά, ιταλικά και
ελληνικά στρατεύματα. Δείτε την "Ανακωχή του Μούδρου".
|
|
In addition, we know that 'Zappeion' in Athens,
which is next to the National Gardens in central Athens, was inaugurated in
October 1888. Similarly, we have a datum point for the Ilissos river that flows
through Athens which, in 1900, was still mostly uncovered. Due to a massive
urban expansion post 1900, the river was completely covered by 1948.
It is worth giving a brief history of the city
of Constantinople, now called Istanbul. Prior to 330 CE, the city was known
as Byzantium
and when the Western and Eastern parts of the Roman Empires were reunited, the
ancient city of Byzantium was selected to serve as the new capital of the Roman
Empire. It was renamed Nova Roma, or 'New Rome' by Emperor Constantine the
Great. On 11 May 330, it was renamed Constantinople and dedicated to
Constantine.
Eventually, Constantinople was put under siege by
the Ottoman Turks and was captured on 29 May 1453, after the culmination of a
53-day siege that started on 6 April. The city retained its name as Kostantiniyye
until 1930, when it was renamed to Istanbul after the formation of the
Republic of Turkey.
(Istanbul originates from the Greek phrase "
Στην Πόλι " (stim poli), which means "to
the city", in answer to the question, "where are you
going?")
The importance of this city is, in part, due to
its strategic geographical location on the Bosporus which connects the Black
and White Seas (the Mediterranean). We should note that Russia,
throughout the ages, had designs on Kostantiniyye in order to secure access for
its navy at its only warm deep water naval port. Since 1453, the Ottoman
Empire and the city came has come under various external and internal attacks,
but none managed to place Kostantiniyye under siege nor, indeed, to occupy the
city. Having said that, from 13 Nov 1918 to 6 Oct 1923, the city was occupied
by British, French, Italian and Greek troops. See the "Armistice of
Mudros".
|
Κατά την ανάγνωση αυτής της αφήγησης ο αναγνώστης θα
πρέπει να έχει κατά νου την έλλειψη των σύγχρονων μηχανικών οχημάτων μεταφοράς που
σήμερα επιταχύνουν τόσο τις επικοινωνίες όσο και τα ταξίδια. Επομένως, δεν υπήρχαν
αεροσκάφη, αυτοκίνητα, τρένα, μοτοσικλέτες ή λεωφορεία. Οι κύριες μορφές μεταφοράς
ήταν: με τα πόδια, με άλογα, κάρα και πούλμαν και, φυσικά, η θαλάσσια ναυτιλία
που βοηθούσε τις επικοινωνίες μέσα και γύρω από τη λεκάνη της
Μεσογείου.
Περιλαμβάνουμε εδώ μια σύντομη προειδοποίηση σχετικά
με την 'Ιστορία της Πνευματικής Οικογένειας'.
Αυτό το έγγραφο είναι αξιοπερίεργο, είναι αβέβαιης
προέλευσης και εγείρει μια σειρά αντιρρήσεων. Τα γεγονότα σε αυτήν την ιστορία
προηγούνται ή ταυτίζονται με τα ιστορικά γεγονότα του T.K+A.
[b]
στο Παρίσι και το Κάιρο. Επιπλέον, τα άτομα που αναφέρονται
σε αυτήν την αφήγηση αναφέρονται σε άτομα πουείναι ανεξάρτητα και χωριστά
και από τα ίδια άτομα στο T.K+A. εκείνη την εποχή.
Με βάση την εμπειρία του μεταφραστή, αυτή η αφήγηση οδηγεί συχνά
τους Έλληνες αναγνώστες να υιοθετήσουν μια παθητική στάση απέναντι στη διδασκαλία
της Μαρί, της ιδρυτή του T.K+A. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ιστορία
προβλέπει την αποκατάσταση του Βυζαντίου και η υπόθεση γίνεται τότε ότι
αυτή θα καθοδηγηθεί από τους πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας και ότι ο ελληνικός
λαός δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα εκτός από το να περιμένει το 'μεγάλο ημέρα'. Θα
μπορούσαμε μάλιστα να προτείνουμε ότι αυτός είναι, ίσως, ο σκοπός του Δώρου, του
αφηγητή. Δηλαδή, να αφυπνίσουμε το Ελληνικό Έθνος στη συνειδητοποίηση ότι το πρώτο
βήμα σε κάθε μυητικό έργο, είναι το προσωπικό έργο της διαμόρφωσης της «αληθινής
προσωπικότητας» μας. Η συλλογική δουλειά ενός
έθνους γίνεται τότε δυνατότητα.
|
|
While reading this narrative the reader should
keep in mind the lack of the modern mechanical transport vehicles that today,
speed both communications and travelling. Therefore, there were no aircraft,
cars, trains, motorcycles or buses. The main forms of transport were: by foot,
horse, carts and coaches and, of course, maritime shipping which aided
communications in and around the Mediterranean basin.
We include here a brief warning regarding the 'History of the Spiritual Family'.
This document is a curiosity, is of uncertain
provenance and raises a number of objections. The events in this story run
prior to or are concurrent with the historic events of the O.L+E.
[c]
in Paris and Cairo. In addition, the individuals mentioned in this narrative
refer to people who are independent and separate and from those same people in
the O.L+E. at that time.
Based on the experience of the translator, this
narrative often leads Greek readers to adopt a rather passive attitude towards
the teaching of Marie, the founder of the O.L+E. This is because the
story predicts the restoration of Byzantium, and the assumption then
becomes that this will be led by the protagonists of this story and that the
Greek people need not do anything apart from waiting for the 'great day'. We
might even suggest that this is, perhaps, the purpose of Doros, the narrator.
That is, to wake up the Greek Nation to the realisation that the first step in
any Initiatic work, is the personal work of forming our 'true personality'. The
collective work of a nation then becomes a possibility.
|
[b]
T.K+A. - Τάγμα του Κρίνου και του Αετού
[c]
O.L+E. - Order of the Lily and the Eagle.
|
Κάνοντας αυτή τη μετάφραση της "Ιστορίας της Πνευματικής
Οικογένειας" διαθέσιμη στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, ελπίζουμε ότι όλα τα ενδιαφερόμενα
μέρη θα μπορέσουν να κάνουν ένα βήμα πίσω και να δουν τη μεγαλύτερη εικόνα
όταν εξετάζουν το νόημα που περιέχεται σε αυτή την αφήγηση.
|
|
In making this translation of the "History of the Spiritual Family" available to the general
readership, we hope that all interested parties will be able to take a step back and see the
'bigger picture' when considering the meaning contained in this narrative. Of course,
you should therefore make of this story, whatever you will.
|
KePu Αύγουστος 2023
|
|
KePu August 2023
|
236
«Δεν πειράζει,» απήντησε ο γερός. «Άλλωστε περιμένουμε
και τη Μαρία, πού τη στείλαμε από χθες το βράδυ να σ’εύρη.»
237
Για να περνά η ώρα καθε ένας διηγόταν τι έκαμε καθ’όλο το
διαστημα της αποστολής του κι’έχρωμάτιζε ιδιαιτέρως τα κωμικά επεισόδια και τις
απροσδόκητες παραδοξότητες πού του έτυχαν. Ο γέρος άκουγε μ’ευχαρίστηση τις διάφορες
αυτές αφηγήσεις και για να τις υποδαύλίζη πέτόύσε πότε—πότε κανένα νόστιμο έυφυολόγημα
η κανένα άκακο πείραγμα.
238
«Απόψε παιδιά,» είπε σε μια στιγμή, «θα δειπνήσουμε μαζί,
για να σάς κάμω την τελευταία διδασκαλία. Εν τώ μεταξύ ήσυχάσετε, για να
είσθε εν τάξει.»
239
Ο
Τζίμης ήυρε
την έυκαιρία
να πάη στο
καφενείο τής
πλατείας όπου
συνήντησε το
νάνο.
240
«Τώρα,
αγαπητέ
Μανώλη, πού
έγινες
χριστιανός, θα
είμεθα πιο
αδελφωμένοι.»
241
«Καλά,
εσύ πώς το
ξέρεις αυτό το
πράγμα;» ρώτησε
έκπλητος ο
νεοφώτιστος.
242
«Άλλη
φορά τα λέμε, να
έχουμε καιρό.
Τώρα πες μου
κι’εσύ με τη
σειρά σου τι
σκοπεύεις να
κάμης;»
243
«Λογαριάζω
να σε
ακολούθήσω
παντού. Θα
είμαι ο πιστός
σύντροφος και
αδελφός σου.»
244
«Σ’ευχαριστώ
πολύ, αγαπητέ
Μανώλη,» είπε με
συγκίνησε ο
Τζίμης. Στο
τέλος τού
έδωσε αρκετά
χρήματα, για να
περιποιηθή την
περιβολή του
και τον
προσκάλεσε να
πάη το βράδυ
και να κοιμηθή
στο σπίτι του.
----------------------
245
Ύστερα
από δέκα
ολόκληρα
χρόνια,
ζαναβρέθηκαν
μαζεμένοι οι
Γίγαντες στο
σπίτι τού
έξαιρετικού ανθρώπου,
όπου
πρωτοδιδάχθηκαν
την Αλήθεια
και έφωτισθηκαν.
Αυτή τη φορά
όλοι ήσαν
ισχυροί και
νικηταί.
246
Όταν
έτελείωσε το
δείπνο, ο
Διδάσκαλος
τούς
παρεκάλεσε να
περιβληθούν –
|
|
236.
«Don’t worry about it,» answered the old man.
«Besides, we are waiting for Maria, whom we sent out last night to find you.»
237.
To pass the time, each one of them recounted what
they had done during the entire period of their mission and would remember,
particularly, comic episodes and unexpected oddities that befell them. The old
man listened with pleasure to these narratives, and in order to encourage them,
he occasionally threw in a delightful exaggeration or a mischievous teasing.
238.
«My children,» he said at one point, «tonight we
will dine together, so that I can give you the last teaching. In the meantime,
be quiet so that you may be ready.»
239.
Jimmy took the opportunity to go to the cafe in the
square where he met the dwarf.
240.
«Dear Manolis, we will be a little more brotherly
now that you are Christian.»
241.
«Well, how did you know that?» asked the astonished
convert.
242.
«We will talk about this at another time if we have
the opportunity. Now it is your turn to tell me what you intend to do?»
243.
«I reckon I will follow you everywhere. I am your
faithful companion and brother.»
244.
«My dear Manolis thank you so much,» said Jimmy with
feeling. And he gave Manolis enough money to take care of his clothes and
invited him to come to his house to sleep that night.
----------------------
245.
After ten long years the Giants gathered together in
the house of the extraordinary man, where they were first taught the Truth and
had been enlightened. This time, everyone was strong and victorious.
246.
When supper was over, the Master begged them to
surround -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
91 of 121
τη στολή
της άγνότητος,
τούς
ολόλευκους
δηλαδή χιτώνες
με τι γαλάζιές
ζώνες και να
τον περιμένουν
στην κυανή
αίθουσα.
247
Σε
λίγο μπήκε
μεγαλοπρεπώς ο
οικοδεσπότης.
Φορούσε ένα
κόκκινο και
χρυσοποίκιλτο
χιτώνα, πού
έφθανε ως τα
γόνατα μόνο.
Στο στήθος του
είχε από το ένα
μέρος το σύμβολο
του Χριστού
και από το άλλο
το δικέφαλο
αετό. Μέ
δικεφάλους
αετούς ήταν
στολισμένες
και οι περικνημίδες
του, ενώ στη
μέση του
λαμποκοπούσε
μια χρυσή ζώνη.
248
Στάθηκε
για μια στιγμή
στη μέση
γύρισε και
κύταξε
έναν-έναν και
μετά κάθισε
δίπλα στη
Μαρία. Ή στολή, του
έδινε αίγλη,
αλλά και το
βλεμά του ήταν
εξαιρετικά
επιβλητικό.
Είχε απάνω
κάτι το
μυστηριώδες.
249
«Μη
νομίσετε,
παιδιά μου, ότι
μια ματαίη
φιλοδοξία μ’έκαμε
να παρουσιασθώ
μ’αυτή τη
περιβολή. Αυτή
τη στιγμή το
χρυσάφι, τα
διαμάντια και
τα πετράδια είναι
σύμβολα, όπως
σύμβολο είναι
και το άτομο
τού πνευματικού
σας πατέρα.
Μπροστά σας
βρίσκετε ο τριπλούς
εκείνος άρχων
πού ένα πρωινό
μιας εθνικής άνοίξεως
θα κληθή
Αυτοκράτωρ της
Ανατολής,
Βασιλεύς των Ρωμαίων
και κράτωρ του
Ρόδου. Ο ίδιος
συμβολίζει τον
άρχοντα, που
από καταβολής
κόσμου
υπεστηριξε κάθέ
δημιουργική
έπινοήσί σας.
Και τέλος
βλέπετε μπροστά
σας ένα
πραγματικό
άρχοντα του
Ρόδου και του
Σταυρού, που
φορεί τίμια τη
χρυσοποίκιλτη
στολή. Και τώρα, παιδιά
μου, αφήστε τας
δυνάμεις σας
να πετάξουν σε
μια πολύ παληά
έποχή, ίδήτε
στάς
άντανακλάσέις της
ψυχής σας τη
μυστική
ίστορία τών
εκλεκτών και
μύστηριωδών
έκείνων
όντοτήτων, οι
όποίες τόσο σοφά
και έμπνευσμένα
συνεδυασαν τάς
αληθείας του
Παντοκράτορος,
που
έξεδηλώθησαν
και
πραγματοποιήθηκαν
στον Κόσμο με
το Λόγο του. Και
φωτισμένοι από
το μεγαλείο
της θείας
φωνής, τονίστε
μαζί μου “Μέγας
ει Κύριε και
θαυμαστά τα
έργα σου”.»
250
Οι
Γίγαντες
παρακολουθούσαν
το λόγο με
εξαιρετική
εύχαρίστηση.
251
«Τώρα
θα ίδήτε και
τις τελευταίες
εικόνες,» είπε ο
Διδάσκαλος, -
| |
themselves in the uniform of purity, the white robe with
blue belts, and for them to wait in the blue room.
247.
After a while, the host came in majestically. He was
wearing a red and gold coloured robe that reached only to the knees. On one
side of his chest, he had the symbol of Christ and on the other the
double-headed eagle. His shins were decorated with double-headed eagles while a
golden belt glittered around his waist.
248.
He stood for a moment in their midst, turned around
and watched each sit down one by one, and he then sat down beside Maria. The
uniform gave him prestige, and his gaze was also incredibly imposing. There was
something mysterious about him.
249.
«Do not think, my children, that a vain ambition
made me present myself in this outfit. At this moment gold, diamonds and
precious stones are only symbols, just as individuals are symbols of your
spiritual father. Before you, you find the three-fold lord who will be called
at the dawn of an ethnic spring[36] Emperor of the
East, King of the Romans and ruler of the Rose. He symbolizes the lord, who has
supported every creative invention of yours since the beginning of the world.
And finally, you see before you a true lord of the Rose and Cross, who honestly
wears the gold‑gilded robe. Now my children, let your forces fly to an
ancient age. See in the reflections of your soul the secret history of those
chosen and mysterious beings who wisely and inspiringly having combined the
truth of the Pantocrator[37] which was
revealed and manifested in the Cosmos with his Word.
Enlightened by the greatness of the divine voice, affirm with me “Great is the
Lord and wonderful are your works”.»
250.
The Giants listen to the speech with great pleasure.
251.
«Now you will also see the final images,» said the
Master -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
92 of 121
ύστερα από
λιγόστιγμη
διακοπή.
252
Κι’έδειξε
να μέρος τού
τοίχου, προς
την οροφή, το έσωτερικό
μιάς
μεγαλαπρεπούς
εκκλησίας. Έξη
άνδρες με
κόκκινόυς
χιτώνες,
καθόταν
γονατιστοί
μπροστά στο
ιερό. Δεξιά
υπήρχε ένα
πολυτελής
θρόνος, που στηριζόταν
σε τρία βάθρα.
Πίσω απ’την
αγία τράπεζα
φαινόταν ένας
άλλος θρόνος,
από πίσω δε
ήταν στηριγμένο
ένα λάβαρο.
253
Σε
λίγο
παρουσιάστηκε
μεγαλοπρεπής ο
αυτακράτωρ.
Προχωρούσε με
άργά βήματα
προς το θρόνο του.
Είχε το βλέμμα
επιβλητικό.Το
βάδισμά του
όμως δεν ήταν
και τόσο
σταθέρό, ίσως
απ’την
συγκίνησι που
τον κατείχε.
254
Στο
θράνο του
ίερόυ είδε το
εκκλησίασμα
ένα κάτασπρο
αρνί και το
άκουσε με
μεγάλη έκπληξι
να λέη:
255
«Άνθρωπε,
γιατί με κατάδιώκεις;
Γιατί απ’όλες
τις αρετές της
ψυχής σου, δεν
πρωτοστατεί η
αγάπη στον
πλησίον σου;
Είσήλθες
σ’έναν ιερόν
οίκο, όπου ο
σταυρός μου
είναι το θεμέλιο
και το ρόδο το
κόσμημα του.
Είσήλθες στον οίκο
μου, όπου οι
άνθρωποι
αλληλοαγαπιούνται
και μέσα στην
έξαρσι της
θέίας αυτής
δημηουργίας
αποκτούν τη
σοφία των
μυστηρίων του
θεού.
Ανορθώσου, ο
άνθρωπε, πάρε
το σταυρό μου.
Το σώμα σου θα
πονέση κάτω απ’το
βάρος του. Αλλά
πάρε και το
ρόδο μου, ως
τίμημα της
καρδιάς σου. Θα
είναι η
άνταμοιβή κάθε
θυσίας. Έισέρχεσαι
άσημος στον
οίκο μου, αλλά
θα εξέλθης ο πρώτος
μεταξύ όλων. Το
άσημο παρελθόν
σου θα το σκεπάση
ή λήθη.
Απεναντίας το
μέλλον σου θα
είναι λαμπρό.
Σηκώσου κράτωρ
τού ρόδου και
του σταυρού, φωτισου,
και παίρνοντας
το σκήπτρο σού
σήκωσε απ’το λήθαργο
τούς έκλεκτους
μου, για να
όδηγήσουν πάλι
την ανθρωπότητα
στη Γνώσι του
ορθού λόγου,
της μεγάλης αλήθειας,
η οποία θα
είναι: “Εν τη
αγάπη η Σοφία
και η Σοφία
ορθή εν Αγάπη”.»
256
Όλοι
κατέβασαν με
ταπείνωση τα
κεφάλια και
σιωπούσαν.
Αλλά
περισσότερο
απ’όλους
έπηρεάστηκε ο
αυτοκράτωρ.
Έτρεμε απ’την
εσωτερική του
ταραχή. Για μια
στιγμή
φοβήθηκε μήπως
δεν μπορέση να
κρατηθή -
| |
after a short pause.
252.
He then pointed to a part of the wall near the
ceiling, that showed the interior of a magnificent church. Six men in red robes
were kneeling before its altar. To the right was a sumptuous throne, supported
on three pedestals. Behind the holy table was another throne, behind which a
banner was hanging.
253.
After a moment, the emperor appeared majestically
and walked slowly towards his throne. He looked imposing, but his gait was not
that steady, perhaps because of the emotion that possessed him.
254.
On the throne of the sanctuary the congregation saw
a pure white lamb, and with astonishment, they heard it say:
255.
«Mankind, why do you persecute me? Why, with all the
virtues of your soul, is not love your neighbour the foremost? You have entered
a holy house, where my cross is the foundation and the rose its adornment. You
have entered my house, where people love each other, and in the exaltation of
this divine creation they acquire the wisdom of the mysteries of God. Mankind,
stand up and carry my cross. Your body will hurt under its weight but take my
rose as the forfeit for your heart. It will be the reward for every sacrifice.
You enter my house as an insignificant, but you will come out the first among
all. Your insignificant past will be shrouded or forgotten. Instead, your
future will be bright. Rise up, ruler[39] of the rose and
the cross, shine forth, and take your sceptre, and raise from slumber my chosen
ones, that they may lead mankind again to the light of right reason and the
great truth, which will be: “Love with Wisdom and Wisdom raised up by Love.”
256.
All of them bowed their heads in humility and were
silent, but more than anyone else, the emperor was affected, and he was shaking
from his inner turmoil. For a moment, he was afraid that he could not contain
himself -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
93 of 121
κι’ακούμπησε
στο στήριγμα
τόυ θρόνου.
Πέρασαν έτσι
μερικά λεπτά.
257
Επί
τέλους ο
αυτοκράτωρ
έσήκωσε το
κεφάλι και λίγο
το δεξί του
χέρι και είπε:
258
«Αδελφοί,
ύστερα από μια
πάλη του
σκότους και
του φωτός, ένα
μαύρο πέπλο
εσκέπασε την
έλεινή μου
ύπαρξη. Είναι
μια κηλίδα, που
φθάνει βαθειά
μέσα μου και
βαραίνει τη συνείδησί
μου. Ή χαρά δεν
έχει θέση στο
είναι μου, γιατί
μυρίζει ακόμα
το αθώο αίμα
των θυμάτων
μιας φρικτής
απάτης.
Κεραυνέ της
θείας οργής, συ
μονάχα μπορείς
να
μ’έξολοθρεύσης
και να
εξάλειψης τις
απαίσιες
πράξεις μου.
Δεν έγνώρισες
την αρετή
Κωνσταντίνε
και η γνώσις
της αυτή τη
στιγμή
μεγαλώνει μέσα
στη συνείδησί
σου το φρικτό
σου έγκλημα.
Ενώ έπρεπε να
τονίσης ένα
δόξαστικό ύμνο
στο φως της
αληθέιας, συ
αισθάνεσαι την
ανάγκη να
καταδικάσής τη
σαπίλα της ζωής
σου. Μην
τολμήσης
ν’ατενίσης την
αγνή αλήθεια, βέβήλε,
που πάντα θα
μείνης
τέτοιος.
Δάκρυα πνίγουν
τη φωνή μου,
αδελφοί, και
δεν μπορώ να
σας εκφράσω τη μετάνοιά
μου. Το άγνωστο
δεν τολμώ να το
ατενίσω.»
259
Και
γονατίζοντας
επρόσθεσε.
260
«Ήμαρτον,
αδελφοί,
ήμαρτον
τρισήμαρτον.»
Σηκώθηκε με
δυσκολία στα
πόδια του. Ή
μεγάλη
συγκίνησις του
είχε παραλύσει
το σώμα
κι’έπιασε πιο
δυνατά από πριν
το στήριγμα
τού θρόνου.
261
Μέσα
απ’το πλήθος
προχώρησε μια
ηλικιωμένη
γυναίκα με
ηγεμονικό
παράστημα.
Έπλησίασε
κι’αγκάλιασε
τον
αυτοκράτορα,
λέγοντάς του:
262
Ή
ζωντανή εικόνα
που είχε
απορροφήσει
τόσην ώρα τους
Γίγαντες,
έσβυσε απ’τον
τοίχο.
Κι’ένας-ένας,
μόλις συνήρχετο
λίγο, έστρεφε
αυθόρμητα το
κεφάλι προς το
μέρος του
Διδασκάλου.
263
«θα
σάς αφήσω να
ησυχάσετε για
μερικά λεπτά.
Γιατί σε λίγο
θα -
| |
and he rested against the support of the throne. He spent
a few minutes like this.
257.
At last, the emperor
raised his head a little with his right hand and said:
258.
«Brethren, after a struggle between darkness and
light, a black veil covered my sordid existence. It is a blemish that reaches
deep inside me and weighs on my conscience. Joy has no place in my being,
because it still stinks of the innocent blood of the victims of a horrible
deception. Thunder of divine wrath, you alone can annihilate me and eliminate
my awful deeds. You have not known virtue of Constantinos, and the knowledge of
is now growing in your consciousness of your horrible crime. While you should
have been singing a glorious hymn to the light of truth, you feel the need to
condemn the rot of your life. You do not dare to contemplate the pure truth,
sacrilegious man, who will always stay like that. My brothers, tears choke my
voice, and I cannot express my remorse to you. I dare not look at the unknown.»
259.
He then kneed and prayed.
260.
«I sinned, my brothers, three times I have sinned.»
He got to his feet with difficulty. His great emotion had immobilised his body
and he gripped the throne’s support even more strongly than before.
261.
An elderly woman of a stately presence advanced
through the crowd. She approached and embraced the emperor, saying to him:
262.
The vivid image that had absorbed the Giants for so
long, faded from the wall. One by one after recovering a little, they
spontaneously turned their heads towards the Master.
263.
«I will leave you alone for a few minutes, as soon
we will -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
94 of 121
παραστούμε
μάρτυρες της
πιο μεγάλης
νίκης μας μέχρι
τώρα.»
264
Μ’αυτά
τα λόγια
σηκώθηκε ο
Διδάσκαλος,
άνοιξε την πόρτα
του ναού και
μπήκε μέσα
στην ιδιαιτέρα
του κρύπτη.
------------
265
Ποτέ
δεν μπήκε μια
ακτίνα φωτός
μέσα στην
κατοικία του
θηρίου που η
κοινωνία το
ωνόμαζέ
δολοφόνο και
κακούργο. Ήταν
μιά τρώγλη, που
δεν γνώρισε
ποτέ την
ισοπέδωση και
τα χρώματα. Από
τους τοίχους
της έτρεχε
διαρκώς νερό.
Μαζί του συγκατοικούσαν
σκουλήκια,
φίδια, αράχνες,
και άλλα συχαμερά
έντομα. Μέσα
σ’αυτό το
περιβάλλον
καταδικάσθηκε
νά ζη ο
δολοφόνος,
σχεδιάζοντας
πως να έκδικηθή
την κοινωνίά,
στην όποία
ύπάρχουν
άνθρωποι που
εγκληματούν
δέκα φορές την
ήμερα, για να
μπορέσουν να
ζήσουν. Στη
μοναξιά του
αισθανόταν την
ανάγκη της
πάλης. Και
επειδή δεν
έχει μπροστά
του ανθρώπους,
δημιουργούσε
με τη φαντασία
του φάσματα
για να τα καταδιώκη.
Δέκα χρόνια
πέρασαν από
τότε που έπαψε
να ζη ως άνθρωπος
μέσα σ’αυτή τη
φυλακή. Δέκα
χρόνια μαρτυρίου.
Μέρες και
εποχές δεν
υπήρχαν
γι’αυτόν. Και η
μόνη του
διασκέδαση
ήταν η σκέψις
της
εκδικήσεως. Κάθε
εικοσιτετράωρο
άνοιγε μια
μικρή πόρτα
κι’ένα χέρι του
έδινε λίγο
ψωμί και νερό.
Τα έπαιρνε και
τα δυο ψιθυρίζοντας
κατάρες, και τα
κατέβαζε στη
στιγμή. Ύστερα
ερχόταν ο
ύπνος, η
καλύτερα ένας
έξακολουθητικός
έφιάλτης, που
μετέτρεπε τον
άνθρωπο σε δράκοντα.
Πολύ σπάνια
ονειρευόταν
ότι τον
χάιδευε μια
γλυκεία
ύπαρξις. Και
τότε το θηρίο
γινόταν αθώο παιδί.
Όταν όμως
ξυπνουσέ,
ύστερα από
τέτοια όνειρα,
και ξαναβρισκόταν
στην
πραγματικότητα,
τον έπιανε μια
τέτοια μανία,
που δύσκολα
μπορεί να
περιγραφη. Ή μορφή
του γινόταν
απαίσια και τα
δυό μαύρα
μάτια του
έφωσφόριζαν
μέσα στο
σύμπλεγμα τών
μπερδεμένων
τριχών της
κεφαλής, του
μουστακιού και
των γενειών
του. Επί τέλους
μια μέρα, η
μάλλον μια
νύχτα, γιατί το
φώς της ημέρας
ήταν άγνωστο
σ’εκείνο το
μπουντρούμι, ο
κακούργος είδε
σε μια γωνιά
μια άκαθόριστη
μορφή. Επρόσεξε
καλύτερα και
παρετήρησε,
ύστερα από -
| |
witness our biggest victory so far.»
264: With these words the Master got up, opened the door
of the temple and entered into his private crypt.
------------
265: Α ray of light never
entered the dwelling of a brute that society calls a murderer and a villain. It
was a hovel that was a physical mess and was undecorated. Water constantly ran down its walls. Worms, snakes,
spiders and other hideous insects lived with him. In this environment the
murderer was condemned to live, planning how to take revenge on society where
there are other people who had to commit crimes ten times a day, in order to
live. In his loneliness he felt the need to push back. And because he did not
have anyone in front of him, he created phantoms in his imagination to pursue
them. Ten years have passed since he stopped living as a human in this prison.
Ten years of torture. Days and seasons did not exist for him, and his only
amusement was the thought of revenge. Each twenty-four hours, a small door
opened, and he was handed some bread and water. Whispering curses, he took both
and bolted them down in an instant. Later came sleep or rather a nightmare that
turned the man into a dragon[41]. Sometimes, but
rarely, he dreamt that he was caressed by the sweetness of an existence and
then the monster became an innocent child. When he woke up after such dreams
and he came back to reality, he was seized with such a fury that can hardly be
described. His form became hideous, and his two black eyes glowed within the
mass of tangled hair on is head, moustache and beard. Eventually one day or was
it night - as daylight was unknown in that dungeon, the villain saw in a cell
corner an indistinct form. He took a closer look and noticed, after -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
95 of 121
δέκα
ολόκληρα
χρόνια, έναν
άνθρωπο να
στέκη λίγο πιο
πέρα. Έστρεψε
το βλέμμα προς
την πόρτα της
φυλακής του,
άλλ’αυτή ήταν
κλειστή. Ο θηριώδης
άνθρωπος
έτρόμαξε
μπροστά στην
ανθρώπινη
μορφή.
266
«Ποιος
είσαι ;» ρώτησε.
267
Μία
βαρεία φωνή
ακούστηκε.
268
«Εν’απαίσιο
παρελθόν
σ’έφερε εδώ
Πέτρε και
χάθηκες απ’το
προσωπο της
γης. Εστέρησες
τη ζωή από έναν
άνθρωπο, και οι
άνθρωποι
σάφησαν να
ζήσης σ’αυτή
την κατάστασή,
για να
τιμωρηθής.»
Μετανόησες
άραγε στο
άκουσμα της
φωνής τού
ανθρώπου;
269
«Ποιος
είσαι περίεργε
άνθρωπε;»
ξαναρώτήσε ο
Πέτρος. «Συ που
κατώρθωσες να
είσχωρησης
μέσα σ’αυτή την
κόλασι, παρά
τους νόμους
τής Φύσεως, πως
δε μπόρεσες να
μπής μέσα στην
ψυχή μου, και με
ρωτάς αν
μετάνοιωσα;
Πως θέλεις να
μετανοιώσω
αφού ποτέ δεν
έγκλημάτισα; Eμπαθής
υπήρξα,
τ’ομολογώ, όχι
όμως και
δολοφόνος. Ή καταδίκη,
που μ’έφερε εδώ
μέσα, έπρεπε να
πεση σε κάποιον,
ο οποίος ζή
μέσα στην
κοινωνία, που
εγώ την
συχαίνομαι και
την περιφρονώ.
Ζη κι’αύτός
έλεύθερα και
απολαμβάνει τα
καλά της
Φύσεως, όπως
πολλοί άλλοι
κακούργοι. Kι’εγώ
που δεν υπήρξα
κακούργος,
αλλά κακότυχος
μόνο, πληρώνω
τα σπασμένα
των, ίσως γιατί
γεννήθηκα κατά
λάθος σ’αυτή Γη
που την
κυβερνά ένας
κακούργος
θεός. Έάν είσαι
κανένα δικό
του φάσμα,
άφησε με ήσυχο,
να μελετήσω
για λίγο καιρό
ακόμα την
έκδίκησι που
σχεδιάζω για
τους ανθρώπους
και το θεό τους.
Γεννήθηκα
δίχως να
γνωρίσω
γονείς. Μεγάλωσα,
χωρίς να
μπορέσω να
καταλάβω γιατί
βρέθηκα μεταξύ
των ανθρώπων. Ή
λογική τους
ήταν
διαφορετική
απ’τη δική μου.
Όπου κι’αν
γύρισα δεν
ηύρα ένα
βλέμμα συμπαθείας,
ένα παλμό
φιλίας. Όλοι με
απέφευγαν, σαν
να ήμουν
ψωριασμένος
σκύλος. Έτσι
εζήτησα και ηύρα
παρηγοριά στο
πιοτό και στα
όργια. Τότε
βρέθηκε μπροστά
μου ένα πλάσμα,
που με κυταξε
με φιλικό
βλέμα και μου
ύποσχέθηκε
αγάπη. Ήταν η
Μαρία που
κατόπιν έγινε
γυναίκα μου
και μ’αγάπησε
πραγματικά. Έν
τούτοις η κακή
μου τύχη δεν
θέλησε –
| |
ten whole years, a man standing over there. He glanced at
the prison door, but it was closed. This ferocious man cowered in front of this
human form.
266.
«Who are you?» he asked.
267.
He then heard a grave voice.
268.
«Peter, a terrible past brought you here, and you
disappeared from the face of the earth. You took the life of a man, and society
decided that you live in this state so that you be punished.» Did you repent
when you heard this man’s voice?
269.
«Who are you strange man,»Peter asked once again.
«You have been able to enter into this hell, in spite of the laws of Nature,
how could you not enter my soul and ask me if I have repented? If I did not
commit a crime, how can you expect me to repent? I confess I was a passionate
man, but I was not a murderer. The conviction that brought me here was brought
by someone who still lives in the society, someone who I hate and despise. He
lives in liberty and enjoys the good things of Nature, like many other
criminals. As for me who did not live as a villain, was only the unlucky one,
as I paid for their broken ways, perhaps because I was born on a godless Earth.
If you are one of His spectres, leave me be so I can continue studying the
vengeance I am planning for men and their god. I was born without knowing
parents and grew up without understanding why I was here amongst humanity as
their behaviour was different from mine. Everywhere I went I did not find
a look of sympathy, a sip[43] of friendship.
Everyone avoided me like I was a mangy dog. So, I sought and found solace in
drink and orgies. Then one day, a being appeared in front of me, who looked at
me with friendly eyes and who promised me love. It was Maria who became my wife
and who truly loved me. Yet my bad luck did not -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
96 of 121
να ζήσω
ευτυχής μαζί
της. Όλα όσα
υπέφερα
προηγουμένως
στη ζωή μου,
ξέσπασαν
μαζεμένα και
με παλάβωσαν.
Χωρίς λόγο
θεώρησα
ύπαιτιο της
δυστυχίας μου
τη γυναίκα μου κι’έκαμα
μαρτυρική τη
ζωή της. Έτσι
πλήρωσα την αγάπη
που μου χάρισε.
Τότε γνώρισα
τον άνθρωπο
που μ’έφερε
σ’αυτά τα χάλια.
Είχε κτυπήσει
και σκοτώσει κι’ήρθε
σε μένα να βρη
προστασία. Η
κατάρα που
μ’έφερε στον
κόσμο δεν
μ’άφησε να
μιλήσω μπροστά
στους σκληρούς
και βαρβάρους
δικαστάς μου.
Έτσι υπέκυψα
στο μοιραίο,
που
προδιέγραψε
για μένα ο
κακούργος Θεός
της Γης. Και
περνώ μέσα δω
ένα φρικτό
μαρτύριο. Εν τω
μεταξύ,
έρχεσαι συ και
με ρωτάς αν
μετάνοιωσα.
Δεν έχω να
μετανoiώσω για
τίποτα.
Απεναντίας
έτοιμάζω πάντα
την εκδίκησί
μου. και ο θεός ο
δικός μου θαρθή
κάποτε να
μ’ελευθέρωση
και τότε
αλλοίμονο
στους
ανθρώπους,
αλλοίμονο και
στον
καταραμένο Θεό
τους.
270
Το
φάσμα άκουσε
όλη αυτή την
απολογία,
χωρίς να μιλήση
και να κινηθή.
Δεν είπε
τίποτα, ούτε
και μετά το
τέλος της.
Εκύλησε μόνο
μια πέτρα και
είπε στο φυλακισμένο:
271
«Ακολούθησε
με.»
272
Ο
Πέτρος ενόμισε
για μια στιγμή
ότι έξύπνησε,
από ένα
σαγηνευτικό
όνειρο
ελευθερίας,
για να πάιξη με
τη δυστυχία
του. σε λίγο
όμως
επροχώρησε και
πέρασέ, μαζί με
το φάσμα, απ’την
τρύπα που
άνοιχθηκε
μπροστά του.
Ένας δροσερός
αέρας του
χάιδεψε το
πρόσωπό του.
Σηκώνοντας από
ευχαρίστησι το
κεφάλι,
ξαναείδε
ύστερα από δέκα
χρόνια, να
λαμποκοπούν
πάνω στο
στερέωμα τα άστρα.
Μία κραυγή
χαράς βγήκε
απ’το στήθος
του. Γύρισε να
ιδή το φάσμα,
αλλ’αυτό είχε
έξαφανισθεί.
273
Την
κραυγή που
έβγαλε
ασυναίσθητα,
την άκουσαν οι
φύλακες.
Κατάλαβαν ότι
κάποιος
εδραπέτευσε
και άρχισαν να
τον
καταδιώκουν.
Στης νύχτας τη
σιωπή ακούστηκαν
μερικοί
πυροβολισμοί.
Αλλά κανένας
δεν επέτυχε
τον Πέτρο. Έτσι
αξακολούθησε
να τρέχη με όλη
τον τη δύναμη
ώσπου έφθασε
μπροστά στη
θάλασσα. Εκεί
συλλογίστηκε ότι
-
| |
allow me to live happily with her. Everything that I
previously suffered in my life erupted at the same time and drove me crazy.
Without reason, I considered my wife to be the cause of my misery and made her
life a torment. This was how I repaid her for the love she gave. Then I met the
man who got me into this mess. He had got into a fight and killed someone, and
he came to me for protection. The curse that brought me into the world would
not let me speak before the stern and barbaric judges. Thus, I succumbed to the
fate that the wicked God of the Earth had decreed for me. And while I’m going
through this horrible torment, you come and ask me if I have repented. I have
nothing regret. On the contrary, I prepare my revenge, and my God will come one
day to set me free, then woe to mankind and woe betide their accursed God.
270.
The spectre listened to all this confession, without
speaking and without moving. He said nothing, even after it was over. He
reached out for a stone and said to the prisoner:
271.
«Follow to me.»
272.
Peter felt for one moment that he had woken up from
a seductive dream about freedom that was playing with his misery. But as soon
as he advanced with the spectre through the hole that opened in front of them,
a cool breeze caressed his face. In delight, he lifted his head up and he saw
once again - after ten years, the stars twinkling in the firmament. A cry of
joy came from his breast and when he turned to look at the spectre it had
disappeared.
273.
The unconscious cry that he let out was heard by the
guards. They realized that someone had escaped, and they started the chase. In
the silence of the night a few shots were heard, but none hit Peter. He
continued to run with all his might until he reached the sea. Once there, he
reasoned -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
97 of 121
ήταν
προτιμώτερο
γι’αυτόν να
πνιγή παρά να
τον πιάσουν
και να τον
ρίξουν πάλι
εκεί που ήταν.
Στη σκέψι της
τρώγλης και
της ζωής που
πέρασε μέσα
σ’αυτήν,
σηκώθηκαν οι
τρίχες της
κεφαλής του.
274
Χωρίς
χρονοτριβή
έπεσε στη
θάλασσα κι’άρχισε
να κολυμβά.
Άλλα κι’εκεί
τον κατεδίωξαν
οι φύλακές. και
σε λίγο άκουγε
τα κουπιά της
βάρκας των. Εν
τω μεταξύ οι
δνμάμέις του
είχαν
έξαντληθή. Στήν
άπελπιστική
αυτή θέσι που
βρέθηκε,
σήκωσε τα
μάτια του στον
ουρανό.
275
«Αν
θέλης να
εξαγοράσης την
εκδικησί μου,
κακούργε Θεέ,
σώσε με, αν
μπορής, απ’τα χέρια
τους,»
έψιθύρισέ.
276
Αμέσως
παρουσιάστηκε
μπροστά του το
φάσμα που τον
ελευθέρωσε.
«Μου το
υπόσχεσαι αυτό
που είπες; «Σου το
υπόσχομαι.»
277
Το
φάσμα
χαμογέλασε από
ικανοποίησι.
Κι’αμέσως έπιασε
τον Πέτρο απ’τα
μπερδεμμένα
κι’ακάθαρτα
μαλλιά του. Και
τον τράβηξε
γρήγορα προς
το πέλαγος. σε
λίγη ώρα η βάρκα
έμεινε πολύ
πίσω και οι
φύλακες έχασαν
τα ίχνη του.
Όταν το πήραν
απόφαση ότι
ματαιοπονούσαν
έριξαν στην
τύχη μερικούς
πυροβολισμούς
και κατόπιν
εγύρισαν πίσω.
Εν τω μεταξύ ο
Πέτρος άγγιξε
ένα σανίδι.
Χαρούμενος το
έπιασε με τα
δυο του χέρια
κι’ανέβηκε απάνω.
Τότε το φάσμα
εξαφανίστηκε
πάλι.
278
Επί
οκτώ μέρες
ήταν έρμαιο
των κυμμάτων.
Σ’όλο αυτό το
διάστημα
τρεφόταν
απ’τις
ακαθαρσίες των
περαστικών
πλοίων, που τις
έφερνε στην
επιφάνεια η
φουσκοθαλασσιά.
Ή παράτασις
της
ταλαιπωρίας
του τον
εξήντλησε
σιγά-σιγά και
την εβδόμη
μέρα είχε
παραλύσει πια
όλως διόλου.
Στην απελπισία
του απάνω τα
έβαζε με το θεό.
279
“Γι’αυτό
λοιπόν μ’έσωσε
απ’τα χέρια των
φυλάκων; για να με
θανατώση με
τον
τραγικώτερο
τρόπο;”
280
Αλλά
την αυγή της
άλλης μέρας
είδε ανέλπιστα
ο Πέτρος ότι τα
κύματα τον
έφερναν σ’ένα
κατάφυτο νησί.
Η καρδιά του
χτυπούσε
δυνατά απ’τη
μεγάλη χαρά. Μόλις
βρέθηκε στην
ξηρά
αισθάνθηκε την
-
| |
that it was better for him to drown than to be caught and
thrown back in prison. The hair on his head stood up at the thought of his cell
and the life he had spent there.
274.
Without delay he jumped into the sea and started
swimming, but even there he was pursued by the guards. Soon he could hear the
oars of their boat. Meanwhile his energies were exhausted. In this hopeless
position he found himself, he raised his eyes to heaven.
275.
«If you will redeem my vengeance, wicked God, save
me if you can from their hand,» he whispered.
276.
The spectre that freed him appeared immediately. «Do
you promise me what you said?» «I swear it.»
277.
The spectre smiled with satisfaction. He immediately
grabbed Peter by his tangled and unclean hair and pulled him swiftly through
the open sea. Quickly the boat fell far behind them, and the guards lost sight
of him. When they decided it was futile to continue, they fired a few random
shots and turned back. Meanwhile, Peter broached some driftwood. He happily
grabbed it with both hands and climbed aboard. Then the spectre disappeared.
278.
For eight days he was at the mercy of the waves.
Throughout this period, he fed himself from the jetsam
of passing ships that were brought to the surface by the swell. The prolonged
suffering slowly exhausted him and by the seventh day he was completely unable
to move, and in his desperation, he blamed God.
279.
“Is this why he saved me from the hands of the
guards in order to kill me in this tragic way?”
280.
The dawn of the next day, Peter saw that the waves
were taking him towards a verdant island. His heart pounded with great joy, and
once he was ashore, he felt the -
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
98 of 121
ανάγκη
να γονατιση
και να
προσευχηθή.
Κι’όταν σηκώθηκε
στα πόδια του
ήταν άλλος
άνθρωπος. Από
το παρελθόν
του τον χώριζε
τώρα ή
μετάνοιά.
Περπάτησε λίγο,
για να πάρει
μια ιδέα του
μέρους στο
οποίον βρέθηκε.
Κι’ύστερα
πλάγιασε για
να ξεκουραστή.
281
Σε
κάμποση ώρα ο
Διδάσκαλος
βγήκε απ’την
κρύπτη του. Τον
ακολουθούσε ο
Πέτρος. Τα
μπερδεμάνα
μαλλιά και
γένεια, που
πλαισιώναν ένα
ωχρό πρόσωπο
και τα
κουρελιασμένα
και βρώμικα
ρούχα του
έκαναν τη χειρότερη
εντύπωσι. Όταν
τον αντίκρυσαν
οι αδελφοί, δεν
μπόρεσαν να
μην αηδιάσουν.
Βλέποντας όμως
την σοβαρότητα
του
Διδασκάλου,
έστρεψαν
σ’αυτόν την προσοχή
των.
282
Ο
Τζίμης είδε με
έκπληξι του να
παρουσιάζεται
μπροστά του ο
νάνος.
283
«Συ
εδώ;» ξεφώνισέ.
«Ναι, έχει θέσι
κοντά μας και ο
Μανώλης,» είπε ο Διδάσκαλος.
«Τι νέα;» τον
ερωτησε ο
Τζιμης.
284
«Όταν
χωρισθήκαμε
έπήγα και ηύρα
τους παλειούς
συντρόφους μου
με τούς
οποίους
εμοίρασα τα
χρήματα και
ότι πολύτιμο
είχαμε.
Κατόπιν τους
έζήτησα να γίνουν
όργανά μου για
την
έξυπηρέτηση
του καλού. Κι’αυτοί
μου ωρκίσθηκαν,
με τη
διαβεβαίωση
ότι δεν θα
κάνουν στο εξής
κακό σε
κανέναν
άνθρωπο. και
τώρα είμαι στη
διάθεση σας.
Για να σας
δείζω δε την
αφοσίωση μου,
σας παραδίδω
τούς δυο
σάκκους με
τους θησαυρούς
μου, τους
όποιους
μπορείτε να
διαθέσετε όπως
νομίσετε ότι είναι
καλύτερα.»
285
Με τα
τελευταία
λόγια
ετοιμάσθηκε
ν’ανοίξει τον πρώτο
σάκκο. Αλλά ο
Διδάσκαλος τον
σταμάτησε.
286
«Αγαπητέ
μου Μανώλη, για
να κάμης την
πρώτη καλή πράξι
και να
συγχωρηθής,
δώσε αυτούς
τους θησαυρούς
σε κείνους
απ’τους
όποιους τους
πήρες.»
287
Όλοι οι
αδελφοί
έθεώρησαν
δύσκολη την
εντολή.
Ανελπίστως
όμως ο Μανώλης
έφάνηκε
χαρούμενος.
| |
the need to kneel and pray. When he stood up, he was a
different man. His repentance now separated him from his past. He walked a
little, that he might get some idea where he was. Presently, he lay down to
rest.
281:
After some time, the Master came out of his crypt.
Peter followed him. His dishevelled hair and beard that framed his pale face
along with his tattered and dirty clothes made the worst impression. When his
brothers saw him, they could not help being disgusted, but seeing the Master’s
seriousness, they turned their attention to him.
282:
Jimmy was surprised to see the dwarf before him.
283:
«It’s you,» he shouted. «Yes, Manolis also has a
seat with us,» said the Master. Jimmy asked, «So, what’s your news?»
284:
«When we parted, I called my old companions to share the money and precious things
that we had. Then I asked them to become my instruments for serving the common good. They also
assured me that in the future, they would never harm any human being. Now, I am
at your disposal, and to show you my devotion, I hand over two sacks of my
treasures that you may dispose of as you think best.»
285:
With that, he moved to open the first sack, but the Master stopped him.
286:
«My dear Manolis. In order to do your first good
deed and be forgiven, give these treasures back to those whom you took them.»
287:
All the brothers found this mandate difficult.
Surprisingly, Manolis seemed incredibly happy.
|
συνεχίζεται---
|
|
to be continued---
|
99 of 121
288
«Εγώ
ελογάριαζα ότι
έπρεπε να κάνω
πολύ μεγαλύτερη
θυσία απ’αυτήν
για να
συγχωρηθώ.»
289
Επήρε
αμέσως τους
δυο σάκκους,
έχαιρέτησε
και’έφυγε.
290
Ο
Διδάσκαλος
έπιασε τη λύρα
του κι’άρχισε
να παίζη ένα
ικετευτικό
ύμνο, που
συνήρπασε
όλους τους αδελφούς.
Εν των μεταξύ
τα πρόσωπά των
μετεμορφώθηκαν.
Έγιναν πάλι,
όπως την αλλά
φορά. Όταν
έπαυσε η
γλυκεία μελωδία,
όλοι έστρεψαν
τα βλέμματα
στο
νεοφερμένο.
Ανεγνώρισαν
σ’αυτόν τον
έβδομο αδελφό,
τον Μιμητή. Τώρα
ήταν νέος και
ωραίος με
μαύρα μαλλιά
και μάτια. Καθόταν
με σκυμμένο το
κεφάλι σαν να
μετανοούσε.
291
Ή
Δώρα, σαν
στοργική
μητέρα,
φαινόταν
χαρούμενη, που
έβλεπε ένα
γύρω τα παιδιά
της. Ο Δώρος
στεκόταν μ’όλη
του τη
μεyαλοπρέπεια.
Όλοι
άνυπομονούσαν
να τον
ακούσουν.
292
«θά
σας άπαγγείλω,
παιδιά μου,
δέκα άρθρα
πίστεως πρός
όδηγιαν των
πιστών. Ειναι
συνάμα όροι
απαραβίαστοι
της μεγάλης
και ιερής
αποστολής σας.
Πριν αρχίσω θα
φωνάξω τρείς
φορές: “Ιησούς
Χριστός νικα.”
293
«1)
Βυζάντιον, επί
των 7 λόφων σου
επτάκις
απεκαλυφθη το
θείον θέλημα
του Άρχοντος.
Μόλις οι
Γίγαντες απέκτησαν
συνείδηση,
άνοιξαν τα
μάτια στο φως
της ημερας και
σήκωσαν τα
κεφάλια προς
τον ύψιστον
για να του
εκφράσουν την
μετάνοιά των. Η
δύναμις της προσευχής
των Γιγάντων
εδημιουργησε
τους επτά λόφους,
για να
δείχνουν την
μετάνοιά των. Ο
πρώτος Γίγας, ο
οποίος
μετωνομάστηκε
Βύζας, έκτισε
μαζί με τους 6
αδελφούς του,
το Βυζάντιον
πάνω στους 7
λόφους.
294
«2)
Βυζάντιον,
ιερή πόλις των 7
Γιγάντων. Πάνω
στην ψηλότερη
κορυφή σου
πετώντας η
Δώρα, εκπέμπει
απ’τα πάγκαλα
στήθη της όλη
τη δύναμη της
Αγάπης. και μ’αυτή
δυναμώνει τους
Γίγαντας.
Ανάμνησις της
θείας Αγάπης η
αήττητη
παρθένος,
προστατεύοντας
σας υπερασπίζεται
και το
Βυζάντιον. και
όταν βάρβαρος
εχθρός ήθέλησε
να το
κατάκτηση, η
παρθένος έσυρε
το φλογερό
ξίφος της και
τον έδιωξε,
αφού -
| |
288:
«I reckoned I had to make a much greater sacrifice than that to be forgiven.»
289:
He immediately took the two bags, said goodbye and left.
290:
The Master took up his lyre and began to play a hymn
of supplication, which drew all the brothers together. Presently, their faces
were transformed, and they became as before. When the sweet melody ceased, they
all turned their eyes to the newcomer. They recognized in him the seventh
brother, Mimitis. Now he was young and handsome with black hair and eyes. He
sat with his head bowed as if repenting.
291:
Like a loving mother, Dora appeared to be happy to
have all her children round her. Doros stood with dignity, and everyone was
eager to hear him speak.
292:
«My children, I will recite to you ten articles of
faith for the guidance of believers. They are also inviolable conditions of
your great and sacred mission. Before I begin, I proclaim three times: “Jesus
Christ, conquers.”
293:
«1) Byzantium, on your 7 hills, the divine will of
the Lord was revealed seven times. As soon as the Giants became conscious, they
opened their eyes to the light of day and raised their heads to the Most High
to express their remorse. By the power of the prayer of the Giants, they
created the seven hills so as to show their repentance. The first Giant, named
Byzas
who, together with his 6 brothers, built Byzantium on the 7 hills.
294:
«2) Byzantium, holy city of the 7 Giants. Dora flew
to your highest peaks, emitting from her beauteous chest all the force of Love,
with which she strengthens the Giants. Anamnesis
of Divine Love the invincible virgin, in protecting you she also defends
Byzantium. And when a barbarian enemy wished to conquer it, the virgin drew her
flaming sword and drove them away, having -
|
συνεχίζεται →
|
|
to be continued →
|
100 of 121
[1]
English Editor: ‘Δώμα’ – room, apartment, roof terrace
[2]
EE: ‘Ευχέλαιο’ – extreme
unction – ‘a sacrament in which a priest anoints and prays for the recovery and
salvation of a critically ill or injured person’.
[3]
EE: ‘κίνδυνος’ – danger,
risk, hazard, jeopardy
[4]
EE: In 1862, Wallachia and Moldavia were united to form the Principality of Romania, with
Bucharest as its capital city.
[36]
EE: ‘at the dawn of an ethnic spring’ – possibly ‘the rebirth of a nation’.
[37]
EE: Pantocrator which means ‘ruler of all’.
[38]
EE: ‘ο Λόγοσ’ is normally
translated as ‘the Word’. It also carries in Greek, the meaning: ‘the principle
of divine reason and creative order’.
[39]
EE: “Liddell Scott Greek-English Lexicon”. ‘κράτωρ’ -
ruler, potentate, of God.
[40]
EE: ‘αυτοκράτωρ’ – ‘autocrator’
the name used in ancient Rome, Byzantium, China, for the ruler of an empire.
[41]
EE: ‘‘δράκοντα’ – dragon. A drakon was
lawgiver of ancient Athens a very strict and severe individual.
[42]
EE: ‘ηύρα’ – from ancient Greek meaning, ‘discover, acquire,
happen upon by chance.
[43]
EE: 'πίωμα' - (δεν έχει γραφτεί ακόμα - αν θέλετε, μπορείτε να το γράψετε εσείς)" πίωμα
- from medieval Greek meaning, ‘drink’.
[44]
EE: ‘ακαθαρσίεσ’ impurities or
the discarded food and rubbish thrown overboard, or jetsam.
[45]
EE: ‘Byzas’ - is the name of the progenitor of the Megareans and, according to
tradition, the son of King Nissus and the nymph Keroesa, daughter of Zeus. Byzas
led the Megara settlers to the Bosphorus and founded Byzantium.
[46]
EE: ’Anamnesis’- ’ recollection’. In Plato’s theory of epistemology,
anamnesis is the recollection of innate knowledge acquired before birth, the
claim that learning consists of rediscovering knowledge from within.
|
BIG col-3
|